WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
maintenance n | (upkeep, care) | συντήρηση ουσ θηλ |
| My uncle is responsible for the maintenance of the building. |
| Ο θείος μου είναι υπεύθυνος για τη συντήρηση του κτιρίου. |
Επιπλέον μεταφράσεις |
maintenance n | (act of maintaining) (έλεγχος) | συντήρηση ουσ θηλ |
| (επιδιόρθωση) | επισκευή ουσ θηλ |
| The maintenance on the machine lasted for two hours. |
| Η συντήρηση της μηχανής κράτησε δύο ώρες. |
| Η επισκευή της μηχανής κράτησε δύο ώρες. |
maintenance n | (department) | συντήρηση ουσ θηλ |
| (κατά λέξη) | τμήμα συντήρησης περίφρ |
| I called maintenance to come fix the plumbing problem. |
| Κάλεσα τη συντήρηση (or: το τμήμα συντήρησης) για να έρθουν να επιδιορθώσουν το πρόβλημα με τα υδραυλικά. |
WordReference English-Greek Dictionary © 2025: